Ένας άλλος, σκληρός Απρίλης
Κείμενο : Αγγελική Νικολάου
Ήταν ξημερώματα, στις 22 Απριλίου 1944. Οι κεντρικοί δρόμοι του κατεχόμενου από τους Γερμανούς Βόλου γεμίζουν πτώματα. Την προηγούμενη νύχτα οι ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους εκτέλεσαν δεκαεννιά Βολιώτες πατριώτες, μερικοί από τους οποίους κρατούνταν στις φυλακές της οδού Αλεξάνδρας και στο κολαστήριο της Κίτρινης Αποθήκης, με αφορμή τη δολοφονία του Ιταλού αστυνομικού Καπάτι την προηγούμενη μέρα.
Ανάμεσα στους εκτελεσμένους εκείνης της απριλιάτικης νύχτας, οι αδελφοί Δονδολίνοι, ο Αλέκος και ο Νίκος. Φοιτητές στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα, ο ένας 23 κι ο άλλος 21 ετών. Τα δυο αδέλφια, μαζί με την αδελφή τους Σοφία, ήταν από τους πρωτοπόρους νέους του Βόλου που συμμετείχαν στην Αντίσταση. Το 1943 μπήκαν δυναμικά στην ΕΠΟΝ, ενώ ήδη από το 1942 ήταν οι πρωτεργάτες της ίδρυσης του «Συνεταιρισμού Σπουδάζουσας Νεολαίας Ν. Μαγνησίας» ή «Φοιτητικού Συνεταιρισμού», ενός συλλόγου που αγκάλιασε τους φοιτητές, τους μαθητές και τους νέους της πόλης και στον οποίο συμμετείχαν πολλοί δραστήριοι δημοκρατικοί νεαροί Βολιώτες: Γραμμένος Στίνης, Μένιος Μουρτζόπουλος, Λευτέρης Ραφτόπουλος, Άρης και Κίτσος Μακρής, Κυβέλη Ζημέρη, Γιάννης Σακελλίων, Λευτέρης Πορτοκάλογλου, Νίκος Παπαχατζής, Θανάσης Φάμπας κ.ά. «Στα δυο χρόνια της λειτουργίας του, πέρα από τις επισιτιστικές ανάγκες, ο «Συνεταιρισμός» κάλυψε και πνευματικές, με τη διοργάνωση εκδηλώσεων, διαλέξεων, συναυλιών κ.ά.», σημειώνει ο Γιάννης Μουγογιάννης, ενώ η Νίτσα Κολιού αναφέρει πως «με το εντευκτήριο που δημιούργησε, την πλούσια βιβλιοθήκη του και το πλήθος των μελών του που ανεβοκατέβαιναν τις σκάλες του, έγινε μια εστία φωτεινής εθνικοαπελευθερωτικής δουλειάς». Κρυφός βέβαια σκοπός του σωματείου υπήρξε η διατήρηση της πνευματικότητας, της επαφής μεταξύ των νέων και η τόνωση του φρονήματος των πολιτών στη σκληρή κατοχική περίοδο. Ο «Συνεταιρισμός Σπουδάζουσας Νεολαίας» συνεργάστηκε στενά και με τα άλλα δύο νεανικά πολιτιστικά σωματεία του Βόλου της ίδιας περίπου εποχής, την «Πνευματική Πρωτοπορία Νέων» και τον «Καλλιτεχνικό Ερασιτεχνικό Σύνδεσμο».
Παράλληλα με τη δράση τους στον σύλλογο, οι Δονδολίνοι, μαζί με άλλα μέλη της αντιστασιακής νεολαίας του Βόλου, ασχολούνται με την ενημέρωση από το BBC μέσα από το αποσφραγισμένο ραδιόφωνο στη σοφίτα του σπιτιού τους, με την καταγραφή και τη διάδοση των μη λογοκριμένων πληροφοριών για την εξέλιξη του πολέμου. Στο σπίτι τους δακτυλογραφούνται κρυφά τα παράνομα έντυπα της Αντίστασης. Η παρανομία έχει γίνει καθημερινή πρακτική επιβίωσης, όπως συμβαίνει πάντα στις κατεχόμενες χώρες, και οι κίνδυνοι ελλοχεύουν σε κάθε βήμα. Ο Αλέκος γνωρίζει πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να χάσει τη ζωή του, ειδικά αφότου μερικά δωμάτια του σπιτιού επιτάσσονται από τους Γερμανούς. Συχνά επαναλαμβάνει τη φράση: «Αρκετά πλήρωσαν ως τώρα οι εργάτες με αίμα, καιρός να πληρώσουμε κι εμείς οι επιστήμονες». Πολλές φορές μάλιστα οι συναντήσεις, οι συζητήσεις και τα σχέδιά τους γίνονται σε ιδιαίτερες συνθήκες, όπως φαίνεται στην αφήγηση που ακολουθεί:
«Είχαμε κι έναν χάρτη και σημειώναμε τις εξελίξεις στο Μέτωπο. Τις ειδήσεις τις αντιγράφαμε σε χαρτάκια και τις μοιράζαμε σε άλλους. Τις συνεδριάσεις και τις συζητήσεις μας τις κάναμε στην παραλία, δήθεν βολτάροντας, ή στη βάρκα μέσα, δήθεν ψαρεύοντας».
Την άνοιξη του 1944 οι γερμανικές αρχές κατοχής του Βόλου, με τη βοήθεια ντόπιων συνεργατών, κυρίως των ΕΑΣΑΔιτών, εξαπολύουν τις φοβερότερες και πυκνότερες διώξεις κατά των αντιστασιακών αλλά και απλών πολιτών. Εκτός από τις επιθέσεις στα χωριά του Πηλίου και τα μπλόκα σε γειτονιές και συνοικίες της πόλης (27 Απριλίου: το μπλόκο στον Άνω Βόλο), αυξάνονται οι συλλήψεις, φυλακίσεις, βασανισμοί και εκτελέσεις δημοκρατικών και αριστερών πολιτών που βοηθούν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Σε μια από αυτές τις επιχειρήσεις συλλαμβάνονται ο Αλέκος και ο Νίκος Δονδολίνος. Όπως θα γράψει αργότερα η μητέρα τους Ελένη, «την 21ην Απριλίου 1944 και περί ώραν 10 και μισήν νυκτερινήν, συνελήφθησαν εντός της ενθάδε οικίας μας υπό Γερμανών στρατιωτών, οργάνων του Εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος, τα τέκνα μου, Αλέξανδρος Κ. Δονδολίνος και Νικόλαος Κ. Δονδολίνος, φοιτηταί, κάτοικοι Βόλου, Έλληνες υπήκοοι, εκ του αμάχου πληθυσμού, εν συνεχεία δε, κατά την διάρκειαν της νυκτός, εξετελέσθησαν υπό τούτων παρά την διασταύρωσιν των οδών Δημητριάδος και Ιωλκού, όπου και ευρέθησαν την πρωΐαν της 22ας Απριλίου, βληθέντα υπό πυροβόλου όπλου εις τον αριστερόν κρόταφον […]». Και η αδελφή τους Σοφία εξιστορεί τις τελευταίες τραγικές στιγμές:
«[…] οδηγήθηκαν στον τόπο της εκτέλεσης με τις πυτζάμες που φορούσαν, κι αυτός ο τόπος ήταν λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι μας, στη διασταύρωση των οδών Δημητριάδος και Ιωλκού […]. Τα πτώματα των τριών δολοφονηθέντων της οικογενείας μας τα έφεραν το πρωί αχθοφόροι πάνω σε κάρα που σταμάτησαν πλάι στο πεζοδρόμιο, λίγο πιο πάνω από την πλαϊνή πόρτα της τράπεζας, στην οδό Ηπείρου».
Την ίδια μέρα εκτελέστηκε και ο πατέρας τους, Κωνσταντίνος, διευθυντής της Εμπορικής Τράπεζας του Βόλου, μέλος του πολιτιστικού συλλόγου «Οι Φίλοι των Γραμμάτων», που ιδρύθηκε στον Βόλο το 1936 και δραστηριοποιήθηκε τη δύσκολη περίοδο του μεταξικού φασιστικού κράτους. Οι Γερμανοί εκτέλεσαν επίσης τον γνωστό ιατρό φυματιολόγο Γεώργιο Τζάνο, δημοκρατικό αστό του Βόλου που συνδεόταν με το ΕΑΜ. Και οι δύο είχαν συλληφθεί στις 11 Μαρτίου 1944 και κρατούνταν στις φυλακές της οδού Αλεξάνδρας. Εκτελέστηκαν, επίσης, το ζεύγος Χαλυβόπουλου, ο Δημήτρης Αθηνιώτης, ο Μόσχος Τσιμπρίδης, ο Δημήτρης Καρακαστανιάς και πολλοί άλλοι. Τα αρχειακά τεκμήρια αποτυπώνουν το πλήθος των εκτελεσμένων εκείνης της ζοφερής άνοιξης του 1944 στον Βόλο. Και μπορούμε να φανταστούμε τον πόνο και τον θρήνο στη θέα των πτωμάτων που αντίκριζαν οι κάτοικοι της πόλης κάθε πρωί.
Μετά την εκτέλεση των Δονδολίνων ο φοιτητικός σύλλογος μαράζωσε, αφού όσα μέλη του επέζησαν έφυγαν για το βουνό. Ο ασφυκτικός κλοιός των κατακτητών και η δράση των ΕΑΣΑΔιτών ανάγκασαν και τα άλλα δυο νεανικά σωματεία να υπολειτουργούν από τον Απρίλιο του 1944.
Τα ονόματα των δύο πρόωρα χαμένων φοιτητών είναι γραμμένα σε μαρμάρινη τιμητική στήλη στον αύλειο χώρο του Πολυτεχνείου Αθηνών, μαζί με τα ονόματα συμφοιτητών τους από άλλες περιοχές που θυσιάστηκαν στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας από τους ξένους κατακτητές και τους δωσίλογους συνεργάτες τους.
Πηγές-Βιβλιογραφία:
Αρχειακές Συλλογές Γ.Α.Κ. Μαγνησίας, Νίτσα Κολιού, Γιάννης Μουγογιάννης, Νίκος Στουρνάρας, Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Πολυμέρης Βόγλης, Μουσείο της πόλης του Βόλου, Διαδίκτυο.