Ο Βόλος από τον πόλεμο στην ανασυγκρότηση
1944-1947
Του Δημήτρη Σκαλτσή, υποψήφιου διδάκτορα ιστορίας
……Από σελίδα fb https://www.facebook.com/simea2016/posts/pfbid02XzjJWr96n2ScSmnt9tjSyRaiwqgLfeBVLwuB3VrrKD3uhwXbqimBWgpzHXaM1DwHl ………………………………………………………………………………………………………………..
Στις 19 Οκτωβρίου 1944 ο Βόλος ήταν ελεύθερος. Μετά από τρεισήμισι χρόνια στερήσεων, διώξεων, λεηλασιών και θανάτου, οι κάτοικοι της πόλης πανηγύριζαν την Απελευθέρωση, υποδεχόμενοι τους αντάρτες του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, ως ήρωες και ελευθερωτές. Οι εορτασμοί και ο ενθουσιασμός που προκαλούσε η ελευθερία, τα αιτήματα και η προσδοκία για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη, συνυπήρχαν με τις πληγές που άφησαν πίσω τους ο πόλεμος και η Κατοχή και την ανάγκη για άμεση επούλωσή τους. Χιλιάδες κάτοικοι των χωριών της Μαγνησίας ήταν ανέστιοι, με τις οικίες τους να κείτονται σε ερείπια, η επιβίωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ιδίως του αστικού, ήταν εξαρτημένη από την παροχή επισιτιστικής βοήθειας και η λειτουργία της οικονομίας υπονομεύονταν από την απώλεια της εμπιστοσύνης στο νόμισμα, την καταστροφή των υποδομών και την έλλειψη πρώτων υλών.
Ο επισιτισμός του τοπικού πληθυσμού αποτέλεσε προτεραιότητα για τις τοπικές αρχές και τις οργανώσεις της πόλης. Οι πρώτες πράξεις του Δημοτικού Συμβουλίου που ορίστηκε με Δήμαρχο τον ιατρό Ι. Κονταράτο, αφορούσαν πρωτοβουλίες διασφάλισης του επισιτισμού του πληθυσμού . Οι εαμικές οργανώσεις επωμίστηκαν μεταξύ άλλων το βάρος της στήριξης του πληθυσμού και ιδιαίτερα των αδύναμων και φτωχότερων στρωμάτων. Ενδεικτική είναι η προσπάθεια της Εθνικής Αλληλεγγύης για την προστασία των ορφανών και των απροστάτευτων παιδιών έως 6 ετών. Ήδη από το Νοέμβριο του 1944 προχώρησε στη λειτουργία δύο παιδικών σταθμών στις συνοικίες της Νέας Δημητριάδας και του Αναύρου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της προέδρου της οργάνωσης στη Μαγνησία, μέχρι τα τέλη της άνοιξης του 1946 στους σταθμούς τα παιδιά που φιλοξενούνταν καθημερινά είχαν φτάσει τα 108. Τους προσφέρονταν φαγητό, ρουχισμός, ιατρική περίθαλψη και εμβολιασμοί από τα εφόδια της UNRRA και τις δωρεές ιδιωτών προς την Εθνική Αλληλεγγύη .
Ο Βόλος θα αποτελούσε τα επόμενα χρόνια το επιλιμένιο κέντρο της Θεσσαλίας και πύλη εισόδου των εφοδίων της βοήθειας, αρχικά της αγγλικής Military Liaison (ML), στη συνέχεια της UNRRA των Ηνωμένων Εθνών και έπειτα του Σχεδίου Marshall. Το λιμάνι της πόλης θα δέχονταν μεγάλες ποσότητες κυρίως τροφίμων, ρουχισμού και οικοδομικού υλικού στο πλαίσιο της Ανοικοδόμησης. Ήταν επομένως, επιτακτική ανάγκη η διενέργεια εργασιών για την αποκατάσταση της λειτουργικότητάς του, με τις αναγκαίες βυθοκορήσεις, την ανέλκυση των βυθισμένων πλοίων και την ανακατασκευή των ανατιναγμένων από τους Γερμανούς κρηπιδωμάτων. Μέχρι τα τέλη του 1946 είχαν αποκατασταθεί «σχετικώς» οι εγκαταστάσεις του λιμανιού, όπως και τμήματα του οδικού και του σιδηροδρομικού δικτύου της Θεσσαλίας . Το δίκτυο της ΑΕ «Σιδηρόδρομοι Θεσσαλίας» που ένωνε τον Βόλο με το εσωτερικό της Θεσσαλίας και το Πήλιο, είχε υποστεί σημαντικές καταστροφές και παρά τις εργασίες που έγιναν, η κατάσταση της υποδομής υποχρέωνε τους συρμούς σε μικρές ταχύτητες· η μετακίνηση από τον Βόλο στη Λάρισα απαιτούσε περίπου τρεις ώρες .
Από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 1945 μόλις σε 3 από 14 χωριά που εξετάστηκαν από στελέχη της UNRRA στην Επαρχία Βόλου, διενεργούνταν διανομή τροφίμων. Τα στελέχη διαπίστωναν ότι το επίπεδο φτώχειας θα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί κάτοικοι της υπαίθρου να μην μπορέσουν να ανταποκριθούν στην καταβολή του αντιτίμου για τα τρόφιμα της βοήθειας. Επίσης, καταγράφονταν καταγγελίες για διακρίσεις στη διανομή ρουχισμού στην περίπτωση της Πορταριάς, σε βάρος των κατοίκων των οποίων τα σπίτια είχαν καεί και σε πρώην μέλη του ΕΑΜ . Σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε το Υπουργείο Εφοδιασμού στην UNRRA, στα τέλη του 1945 καταγράφονταν 20.993 πολίτες σε κατάσταση ανέχειας σε σύνολο 156.000 κατοίκων της Μαγνησίας . Την ίδια περίοδο εγκρίθηκαν οι δικαιούχοι των αστικών κέντρων για την παροχή ρουχισμού. Ο Βόλος αριθμούσε 36.000 δικαιούχους, όταν η πόλη είχε το 1940 55.000 κατοίκους. Δικαιούχοι ήταν οι εργάτες, οι συνταξιούχοι, οι ασφαλισμένοι άνεργοι και τα μέλη των οικογενειών τους .
Στο πλαίσιο της μεταπολεμικής αποκατάστασης οι ανάγκες και τα αιτήματα των τοπικών κοινωνιών οδήγησαν στη συγκρότηση πολυάριθμων και μαζικών ενώσεων και συλλόγων. Σύμφωνα με έκθεση του ΚΚΕ, ήδη από τον Ιανουάριο του 1945 δραστηριοποιούνταν στην πόλη Ενώσεις Πολεμοπαθών, Βομβόπληκτων, Θυμάτων Φασισμού και οι Ομοσπονδίες Θυμάτων Πολέμου που αριθμούσαν περισσότερα από 3.600 μέλη σε επίπεδο Μαγνησίας. Αντίστοιχα, όσοι εξωθήθηκαν στη πώληση της ακίνητης περιουσίας τους την περίοδο της Κατοχής για βιοποριστικούς λόγους, συγκρότησαν τον Σύλλογο Εκποιησάντων Ακίνητα επί Κατοχής, με 1.000 μέλη. Την ίδια περίοδο συστάθηκε και ο Σύλλογος Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης 1941-1944 με 2.200 μέλη, για την προάσπιση της συμβολής των αντιστασιακών οργανώσεων στην Απελευθέρωση της χώρας. Σημαντικός ήταν ο ρόλος του τοπικού ΕΑΜ και των οργανώσεών του στη συγκρότηση αυτών των συλλόγων. Πρωταγωνιστικός ήταν και ο ρόλος της συνδικαλιστικής του παράταξης, του ΕΡΓΑΣ, στην κινητοποίηση των εργαζόμενων τάξεων της πόλης, γεγονός που οδήγησε στην επικράτησή του στις εκλογές των σωματείων του Εργατικού Κέντρου Βόλου (ΕΚΒ), που αριθμούσαν 15.000 μέλη .
Για τους χιλιάδες εργάτες και εργάτριες της πόλης και τις οικογένειές τους ήταν κρίσιμης σημασίας η επανεκκίνηση της τοπικής οικονομίας και ιδιαίτερα της βιομηχανίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εμπορικής Τράπεζας οι πρώτοι μήνες μετά την Απελευθέρωση χαρακτηρίστηκαν από την στασιμότητα της τοπικής οικονομίας. Οι εαμικές αρχές υποχρέωσαν τις τράπεζες να παράσχουν μικρά δάνεια για την καταβολή προκαταβολής της μισθοδοσίας των εργαζομένων των μεγάλων βιομηχανιών, ενώ μετά τη σύγκρουση των Δεκεμβριανών η λειτουργία της μαύρης αγοράς επιδεινώθηκε. Η έλλειψη ρευστότητας, η πολιτική αστάθεια και τα περιορισμένα μέσα μεταφοράς αποτελούσαν τροχοπέδη στην οικονομική ανάκαμψη. Από τις αρχές της άνοιξης τα τοπικά υποκαταστήματα των τραπεζών και της Τράπεζας της Ελλάδος παρείχαν τις πρώτες πιστώσεις σε επαγγελματίες και στις βιομηχανίες. Παρόλα αυτά οι διακυμάνσεις της λίρας λειτουργούσαν αποτρεπτικά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη δραχμή και την ενίσχυση των καταθέσεων των τραπεζών .
Η τοπική βιομηχανία αποκατέστησε σταδιακά τη λειτουργία της κατά τη διάρκεια του 1945. Οι εγκαταστάσεις της δεν είχαν πληγεί ιδιαίτερα από τους βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η έλλειψη καυσίμων, πρώτων υλών και κεφαλαίου κίνησης επιβράδυνε την επανεκκίνησή της. Εξαίρεση αποτελούσε η καπνοβιομηχανία Ματσάγγου που είχε υπερβεί σημαντικά την προπολεμική παραγωγή και απασχολούσε περί τους 2.000 εργάτες και εργάτριες. Εξίσου σημαντική ήταν και η παραγωγή του νηματουργείου του Ι. Αδαμόπουλου που το 1946-1947 λειτουργούσε πλήρως. Στις αρχές του 1948 τα υφαντουργεία της πόλης έφταναν το 70% της προπολεμικής του παραγωγής. Αντίθετα πολλά εργοστάσια το 1946-1947 δεν ξεπερνούσαν το 50% της προπολεμικής τους παραγωγής. Ζωτικές για τη λειτουργία της τοπικής βιομηχανίας ήταν οι κρατικές παραγγελίες, που κατευθύνονταν κυρίως στις σιδηροβιομηχανίες της ΑΒΕ Γκλαβάνης και του Μ.Κ. Σταματόπουλου, και στην αλευροβιομηχανία Λούλης ΑΕ. Αντίθετα, το εμπόριο της πόλης δεν κατάφερε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια να ανακτήσει την προπολεμική του δυναμική και να συνδεθεί με τις αγορές του εξωτερικού, ενώ ο υποσκελισμός του σιδηροδρόμου από την αυτοκίνηση συνέβαλε στην περεταίρω υποβάθμιση και εξάρτηση της κίνησης του λιμανιού από τα εφόδια της βοήθειας .
Ο αστικός πληθυσμός επηρεάζονταν άμεσα από την κατάσταση στην εγγύτερη αγροτική περιφέρεια. Από τα 220.000 στρέμματα που καλλιεργούνταν με σιτηρά στη Μαγνησία προπολεμικά, το 1945 καλλιεργήθηκαν τα 150.000. Η παρατεταμένη ανομβρία και η έλλειψη λιπασμάτων απειλούσε τη σοδειά και οδηγούσε στην εξάρτηση των κατοίκων της πόλης και των κωμοπόλεων από τα εφόδια της βοήθειας . Την ίδια περίοδο η τρομοκρατική δράση των εθνικοφρόνων και μοναρχικών ενόπλων ομάδων, γνωστή και ως Λευκή Τρομοκρατία, ωθούσε τους κατοίκους της υπαίθρου προς τα αστικά κέντρα. Σύμφωνα με υπόμνημα του Εργατικού Κέντρου Βόλου προς τον Νομάρχη τον Μάρτιο του 1946, ο αριθμός των χωρικών που κατέφυγε στην πόλη ανέρχονταν σε 2.500-3.000 . Τα επόμενα χρόνια οι συγκρούσεις του Εμφυλίου Πολέμου θα οδηγούσαν στην υποχρεωτική μετακίνηση χιλιάδων χωρικών προς τον Βόλο . Το καθεστώς φόβου και η ανασφάλειας που είχε διαμορφωθεί την περίοδο της Λευκής Τρομοκρατίας (1945-1946) στην ύπαιθρο υπονόμευε αφενός την ειρήνη, αφετέρου την ανάκαμψη της υπαίθρου και οδηγούσε σε μετακίνηση τον πληθυσμό προς στα αστικά κέντρα.
Ο Βόλος μαστίζονταν από την ανεργία, που έπληττε όλους σχεδόν τους κλάδους. Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1946 οι άνεργοι ανέρχονταν στους 7.000. Η μηχανοσιδηρουργία απασχολούσε μόλις 300 από τους 1.400 εργαζόμενους του κλάδου, και τα υφαντουργεία δεν προσλάμβαναν όσους θα μπορούσαν. Οι εργοδότες αντιδρούσαν στα τιμαριθμικά ημερομίσθια που διεκδικούσαν οι εργαζόμενοι και απαντούσαν με lock out στις απεργιακές κινητοποιήσεις. Το ΕΚΒ τόνιζε ότι οι αυξήσεις που είχαν δοθεί μερικούς μήνες πριν, είχαν ξεπεραστεί από το κόστος ζωής κατά 20-30 φορές. Σύμφωνα με τον υπουργό Εφοδιασμού Γ. Καρτάλη, ο πληθωρισμός είχε οδηγήσει τα βασικά είδη κατανάλωσης 150 φορές πάνω από το επίπεδο τιμών προπολεμικά και 35 φορές ψηλότερα από το επίπεδο τιμών του Νοεμβρίου του 1944. Η Παλλαϊκή Επιτροπή Βόλου και το ΕΚΒ ζητούσαν επίμονα την επαναλειτουργία των λαϊκών και μαθητικών συσσιτίων, την αύξηση των δελτίων απόρων και τη συμπερίληψη των ανέργων στους δικαιούχους, την επιτάχυνση της διανομής του ρουχισμού και της υπόδησης που υπήρχαν στις αποθήκες, την παροχή δανείων σε εργοστάσια και βιοτεχνίες για τη μείωση της ανεργίας, την παροχή φαρμάκων, τη δωρεάν παροχή ρουχισμού στους πολεμοπαθείς και την εκκίνηση των μεγάλων έργων στις κατεστραμμένες από τον πόλεμο υποδομές, όπως και τη διενέργεια έργων κοινής ωφέλειας με σκοπό την απορρόφηση των ανέργων .
Τα κοινωνικά αιτήματα για αποκατάσταση και ειρήνη πέρασαν μέσα από τις συμπληγάδες της βίας. Ο Βόλος και η ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας θα αποτελούσαν προτεραιότητα για τις κυβερνητικές δυνάμεις μετά τις εκλογές του 1946, ως το επίνειο της Θεσσαλίας και μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές πόλεις της χώρας. Η διανομή της βοήθειας αξιοποιήθηκε ως εργαλείο κοινωνικής συναίνεσης και τα έργα ανασυγκρότησης θα περνούσαν διά πυρός και σιδήρου, με την υλοποίησή τους να επιταχύνεται στο πλαίσιο του Εμφυλίου Πολέμου. Απαραίτητη ήταν η κοινωνική ειρήνη σε μια πόλη με μαζικό και δυναμικό εργατικό κίνημα, που θα διασφαλίζονταν μέσω της καθαίρεσης και της δίωξης των συνδικαλιστικών στελεχών των σωματείων του ΕΚΒ, της διάλυσης συλλόγων και οργανώσεων και του κλίματος τρομοκρατίας που επιβλήθηκε στην πόλη, με αποτέλεσμα δολοφονίες στελεχών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Μέσα σε λίγα χρόνια η τοπική κοινωνία θα βίωνε ξανά τον φόβο και την ανασφάλεια του πολέμου, σε μια πόλη περίκλειστη και ελεγχόμενη.
Πηγές :
ΔΗΚΙ Βόλου, Αρχείο Δήμου Βόλου, Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών 1944, Συνεδριάσεις 23 και 29/10/1944. Πράξεις 3η και 15η αντίστοιχα.
Εθνική Αλληλεγγύη, 21 Ιουνίου 1946.
Εβδομαδιαίον Δελτίον Υφυπουργείου Ανοικοδομήσεως, Αρ. δελτίου 1, 1-6/1/1947, σ. 4.
Αγών Επιβιώσεως, τ.Δ Ιανουάριος-Ιούνιος 1950, Αρ. φύλλου 92 - 7/6/1950, σ. 369.
Αρχείο UNRRA, S-0527-0531, PAG 4/3.0.12.0.0:1, UNRRA HQ-Greece Mission, Documentation of Instances of Economics, Geographic and Political Discrimination, April 24, 1945.
Αρχείο UNRRA, UNRRA, Greece Mission, Tabulation Form. Population, number and percentage of indigence. Ministry of Supply, 3 December 1945.
Αρχείο UNRRA, S-0527-0567, PAG 4/3.0.12.1.2:2. UNRRA, Greece Mission. Clothing, Textile & Footwear Division. Not-Donated Clothing. 27/12/1945.
ΑΣΚΙ, Φ. 24/2/54. Κατάσταση Μαζικών Οργανώσεων, Γενάρης 1945.
ΙΑ Alpha Bank, Αρχείο Εμπορικής Τράπεζας, Α1Σ1Υ3Φ929, Επισκόπηση Εργασιών μηνός Νοεμβρίου 1944, 3/12/44. Και στον Φ. 976, Επισκόπηση Δεκεμβρίου 1944. Και, Φ976, Επισκόπηση Εργασιών μηνός Απριλίου 1945, 5/5/45.
ΙΑ ΕΤΕ, Α1Σ29Υ2Φ195 και Φ206. Εκθέσεις Επιθεωρήσεως Υποκαταστήματος ΕΤΕ Βόλου 26.7.1947 και 11.8.1948.
ΙΑ Alpha Bank, Αρχείο Εμπορικής Τράπεζας, Α1Σ1Υ3Φ976, Επισκόπηση Εργασιών μηνός Απριλίου 1945, 5/5/45.
ΔΗΚΙ Βόλου, Αρχείο Γ. Καρτάλη, Φ. 38. Υπόμνημα ΕΚΒ προς Νομάρχη Μαγνησίας, 14/3/1946.
ΙΑ ΕΤΕ, Α1Σ29Υ2Φ206. Έκθεση Επιθεωρήσεως Υποκαταστήματος ΕΤΕ Βόλου, 11.8.1948
ΔΗΚΙ Βόλου, Αρχείο Γ. Καρτάλη, Φ. 34, Παλλαϊκή Επιτροπή Βόλου προς Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, 10/12/1945· Φ. 31.Επιστολή (Γ. Καρτάλη) προς τον Α.Ε. Κύριον Ε. Ι. Τσουδερόν, Αντιπρόεδρον της Κυβερνήσεως, 1/3/46. Και Φ. 38, Υπόμνημα ΕΚΒ προς Νομάρχη Μαγνησίας, 14/3/1946· Υπόμνημα της παρά τω ΕΚΒ επιτροπής ανέργων εργατοϋπαλλήλων Βόλου προς τον Νομάρχη Μαγνησίας, 27/2/1946.
Δημήτρης Σκαλτσής
Υποψήφιος Διδάκτορας Ιστορίας
dim90skaltsis@gmail.com
Δείτε τα στατιστικά στοιχεία