Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

Η ματωμένη άνοιξη του 1944:

 

Η ματωμένη άνοιξη του 1944: Αφιέρωμα στην Ελένη Βαρσαμή-Χαλυβοπούλου 29-4-24

 

Κείμενο : Αγγελική Νικολάου 

 

 


 

Ανάμεσα στις δυναμικές γυναίκες του Βόλου που οργανώθηκαν από νωρίς στο αντιστασιακό κίνημα και σφράγισαν τον αγώνα με τον βίαιο θάνατό τους, ήταν η Βολιώτισσα Ελένη Βαρσαμή-Χαλυβοπούλου. Δασκάλα, με αστική καταγωγή, η Ελένη συμμετείχε επίσης ενεργά στον Βολιώτικο Οδηγισμό.

 Το 1937 η νεαρή Νίκη Λυμπέρη (μετέπειτα Σαμαρά), μαθήτρια της Εμπορικής Σχολής Βόλου, εμπνευσμένη από την Αιγυπτιώτισσα Οδηγό Ισμήνη Ψυχούλη, δημιουργεί τον πρώτο πυρήνα του Βολιώτικου Οδηγισμού, με αρχηγό της 1ης Ομάδας της Ιωάννα Σαράτση και πρώτη τοπική έφορο την Ελένη Χαλυβοπούλου, παντρεμένη ήδη με τον εμπορικό αντιπρόσωπο Αριστομένη (ή Αριστοφάνη) Χαλυβόπουλο.  Στη θέση αυτή, στην οποία παρέμεινε μέχρι την αυτοδιάλυση του Σώματος το 1939, η Ελένη έδειξε τις οργανωτικές της ικανότητες, τις οποίες εξέλιξε αργότερα ως Διευθύντρια στη Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού.


 

Η Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού ιδρύθηκε από τον αμερικανικό φιλανθρωπικό οργανισμό «Περίθαλψη Εγγύς Ανατολής» (Near East Relief), που είχε δραστηριοποιηθεί στην Ελλάδα κυρίως μετά το 1922, για την παροχή βοήθειας στους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Ρητός σκοπός της ίδρυσης της Λέσχης ήταν η μόρφωση, καλλιέργεια και ψυχαγωγία των νεαρών εργαζόμενων Ελληνίδων. Στον Βόλο το σωματείο με την επωνυμία «Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού Βόλου» ιδρύεται  το 1956, με την αρ. 623/23.05.1956 Απόφαση του Πρωτοδικείου Βόλου. Φαίνεται όμως πως η Λέσχη έχει ξεκινήσει τη λειτουργία της στον Βόλο ήδη από τη δεκαετία του ’30. Για την ίδρυση και λειτουργία της μάλιστα αγωνίστηκε ιδιαίτερα ο δημοσιογράφος και πολιτικός Αλέξανδρος Μέρος, διευθυντής του «Ταχυδρόμου», ο οποίος φέρεται να συνεργάστηκε στενά με τη Χαλυβοπούλου. Η Λέσχη τότε στεγαζόταν πίσω από τα Δικαστήρια της πόλης, στην οδό Γαλλίας. Όπως αναγράφεται στο καταστατικό του σωματείου, «σκοπός του συλλόγου είναι η μόρφωσις και ψυχαγώγησις των μελών, η πραγματοποίησις μορφωτικών συγκεντρώσεων και διαλέξεων […], η δημιουργία βιβλιοθήκης και γενικώς η διά παντός νομίμου μέσου και τρόπου εξύψωσις του πνευματικού επιπέδου των μελών του συλλόγου».


 

Στον Βόλο, αμέσως μετά τη συγκρότηση του ΕΑΜ στις αρχές του 1942 από τον Κώστα Γαμβέτα, οι γυναίκες αρχίζουν να οργανώνονται σε χωριστές ομάδες. Αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Ζωιτοπούλου  «[…] άρχισα να επισκέπτομαι τις γνωστές μου, μια – μια. Κατέληξα στην Ελένη Χαλυβοπούλου η οποία και ανέλαβε την όλη οργάνωση […]». Έτσι, συγκροτήθηκε το ΕΑΜ Γυναικών Βόλου με τομεάρχη την Ισμήνη Δρόσου και  τμήματα στις διάφορες συνοικίες της πόλης. Επιπλέον, συγκροτήθηκαν γυναικείες αντιστασιακές ομάδες στις μεγάλες βιομηχανίες της πόλης που απασχολούσαν κυρίως γυναικείο πληθυσμό, με κυριότερη την καπνοβιομηχανία του Ματσάγγου.

Την ίδια περίπου εποχή, οι ΕΑΜίτες Λούσης και Πολυχρονιάδης πραγματοποιούν στον Βόλο μυστικές συναντήσεις με παράγοντες της τοπικής κοινωνίας που δεν ήταν εαμίτες ή ανήκαν στην ΕΛΑΣΟΜ (Εθνική Λαϊκή Απελευθερωτική Οργάνωση Μαγνησίας). Σε αυτές τονιζόταν ο εθνικός χαρακτήρας της δράσης του ΕΑΜ πέρα από τον κοινωνικό-ταξικό. Τότε προσχώρησαν στην οργάνωση ένα πλήθος ατόμων από τα μεσοαστικά και αστικά στρώματα: ο φιλελεύθερος νομάρχης, στρατηγός σε αποστρατεία Δημήτριος Ψιάρρης, ο στρατηγός Κώστας Τσαμάκος, ο διευθυντής της Εμπορικής Τράπεζας Κ. Δονδολίνος, ο δικηγόρος Θ. Κλαψόπουλος, οι γιατροί Γ. Τζάνος και Ι. Κονταράτος. Ανάμεσα σε αυτούς και ο σύζυγος της Ελένης, έμπορος, Αρ. Χαλυβόπουλος.

Στη Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού, η έξυπνη και δραστήρια Ελένη δίνει τη μάχη διοργανώνοντας πολιτιστικές εκδηλώσεις, που μόρφωναν και καλλιεργούσαν τη νεολαία του Βόλου και παράλληλα εξύψωναν το φρόνημα του λαού. Μια τέτοια εκδήλωση στην Κατοχή ήταν η Έκθεση Ζωγραφικής του Κώστα Ζήση. «Η Έκθεση Ζήση είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία και κόσμος πολύς ανεβοκατέβαινε στη Λέσχη», διαβάζουμε στη μαρτυρία του Δημήτρη Λέτσιου στη Νίτσα Κολιού. Τις εκδηλώσεις παρακολουθούσαν και πολλοί εργάτες και εργάτριες της καπνοβιομηχανίας Ματσάγγου.

 

Συγχρόνως, η Ελένη Χαλυβοπούλου έχει επαφές με τα μέλη της ΕΠΟΝ και προσπαθεί να προωθεί τις δράσεις τους. Έτσι, στο φύλλο της 16ης Απριλίου 1944 της εφημερίδας «Νεανική Δράση», ενός μικρού δισέλιδου που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1944 με υπεύθυνους τους Α. Σκλείδη, Λ. Πορτοκάλογλου και Κ. Λέτσο και αποτύπωνε την αλλαγή που επέφερε ο πόλεμος και η Κατοχή στη σκέψη και τη δράση των νέων του Βόλου, διαβάζουμε: «Μια Κυριακή του Φλεβάρη στην αίθουσα της Λέσχης Εργαζόμενου Κοριτσιού, ο πρωτοπόρος Λευτέρης Πορτοκάλογλου μίλησε σε φιλότεχνο ακροατήριο για την πατρίδα, τη ζωή και το έργο του Νορβηγού λογοτέχνη Κνουτ Χάμσουν». Το φύλλο αυτό του Απριλίου ήταν το τελευταίο της «Νεανικής Δράσης». Ό,τι φρικτό ακολούθησε δεν επέτρεψε τη συνέχιση της έκδοσης.

 

Εκείνη τη ματωμένη άνοιξη του ’44 οι Γερμανοί και οι δωσίλογοι συνεργάτες τους, τα διαβόητα ΕΑΣΑΔια, επιδίδονταν σε όργιο συλλήψεων, φυλακίσεων, βασανισμών, βιασμών και εκτελέσεων πολιτών που ήταν οργανωμένοι ή βοηθούσαν το αντιστασιακό κίνημα, τόσο από τα εργατικά όσο και από τα αστικά στρώματα του Βόλου. Είχαν ήδη φυλακιστεί ο Τζάνος και ο Δονδολίνος. Ο κλοιός φαινόταν να σφίγγει και για το ζεύγος Χαλυβόπουλου. Το βράδυ πριν την εκτέλεση η Χαλυβοπούλου επισκέφτηκε τη Δρόσου στο σπίτι της και της έδωσε ένα μάτσο με αντιστασιακές εφημερίδες να τις κρύψει στο υπόγειο. Η Δρόσου κράτησε τα έντυπα καθησυχάζοντάς την ότι αυτές δεν διατρέχουν κίνδυνο. 


 

 

Το ίδιο βράδυ οι ΕΑΣΑΔίτες συνέλαβαν την Ελένη και τον σύζυγό της μέσα στο σπίτι τους, μπροστά στα μάτια του γιου τους Αλέκου και της υπηρέτριας. Τους υποχρέωσαν να περιμένουν στην αυλή και, αφού πλιατσικολόγησαν, τους οδήγησαν προς την οδό Ιωλκού και τους εκτέλεσαν. Το επόμενο πρωί, τα δύο πτώματα κείτονταν στο πεζοδρόμιο, στη γωνία των Δικαστηρίων, ενώ το αίμα είχε κυλήσει και είχε φτάσει μέχρι το μέσον της οδού Ιωλκού. Η Λευκοθέα Παπαϊωάννου, μαθήτρια του Γυμνασίου Θηλέων, που στεγαζόταν στο σημερινό κτήριο της Βιβλιοθήκης Κυριαζή, θυμάται χαρακτηριστικά: «Δεν μπορούσαμε εμείς οι νεαρές μαθήτριες, πηγαίνοντας για το σχολείο και περνώντας από την πλατεία Ελευθερίας, να αντικρίζουμε τους κρεμασμένους πατριώτες από τις ακακίες που βρίσκονταν εκεί ούτε μπορούσαμε να ξεχάσουμε το αίμα από τη δολοφονία του ζεύγους Χαλυβόπουλου, μπροστά από την πόρτα των Δικαστηρίων, που ξεράθηκε […]». Σύμφωνα επίσης με τη μαρτυρία της Έφης Κοτσαρίνη-Παπά, μια καπνεργάτρια του Ματσάγγου περνώντας βούτηξε το μαντήλι της στο χυμένο αίμα της Χαλυβοπούλου, το πήρε μαζί της και είπε στις συναδέλφισσές της πως δεν θα το αποχωριστεί ποτέ.

 

Λίγες μέρες αργότερα, η παράνομη εφημερίδα του ΕΑΜ Μαγνησίας «Αναγέννηση», στο άρθρο με τίτλο «Τρομοκρατία», σημειώνει: «Ατελείωτη είναι η σειρά των κακουργημάτων. Την πρώτη μέρα οι γενίτσαροι ΕΑΣΑΔ σκότωσαν τον γέρο τσαγκάρη Μαστρογιάννη… γιατί τους κοίταξε! Έσυραν τη νύχτα από τα σπίτια τους και δολοφόνησαν στο δρόμο τον Αθηνιώτη, τον Χατζόπουλο, τον παραγγελιοδόχο Χαλυβόπουλο και τη γυναίκα του και άλλους πολλούς, με μια σφαίρα στον τράχηλο κατά τη χιτλερική μέθοδο».

 

Η δολοφονία της Ελένης Χαλυβοπούλου δεν άφησε ασυγκίνητο τον μαέστρο της χορωδίας του 54ου Συντάγματος ΕΛΑΣ Ντίνο Πάντα. Στο επικολυρικό του έργο με τον τίτλο «Φυλάκιο στην οξιά», γραμμένο το 1944 κάτω από τις οξιές του Πηλίου, στο οποίο παρουσιάζει σκηνές από τη ζωή των ανταρτών και από την κατάσταση που επικρατούσε την ίδια εποχή στην πόλη του Βόλου, ο ευαίσθητος καλλιτέχνης και αγωνιστής αφιερώνει μερικούς στίχους στον μαρτυρικό θάνατο του ζεύγους Χαλυβόπουλου:

Πάει κι ο Τζάννας ο γιατρός, πάει κι η Χαλυβοπούλου

της Λέσχης η Διευθύντρια των κοριτσιών. Τη δόλια

απ’ του ύπνου το κρεβάτι της την άρπαξαν τη νύχτα

και τηνέ σφάξαν σαν τραγί μαζί με τον καλό της

τον σύζυγο. Στην Ιωλκού, μπροστά στα Δικαστήρια

ήταν ριχμένοι. Βάρβαρα πολύ τους θανατώσαν              

τι εκεί στον τοίχο τα μυαλά τους ήταν κολλημένα,

το αίμα πλημμύρα, τα μεριά τους παραμορφωμένα! […]

 

Αργότερα, το 1962, ο γιος τους Αλέξανδρος, στην Αίτηση για αποζημίωση που θα καταθέσει στο Πρωτοδικείο, θα γράψει μεταξύ άλλων: «Το γεγονός της τοιαύτης δολοφονίας των προσφιλεστάτων γονέων μου […] ενεποίησε τότε μεγίστην εντύπωσιν εις ολόκληρον την πόλιν του Βόλου και εχαρακτηρίζετο ως κατ’ εξοχήν πράξις διωγμού διά λόγους αντιθέσεως προς την εθνικοσοσιαλιστικήν θεωρίαν».

 

 

 

Πηγές:

Αρχειακές Συλλογές ΓΑΚ Μαγνησίας, Λέσχη Εργαζομένου Κοριτσιού Βόλου, Λάζαρος Αρσενίου, Νίτσα Κολιού, Τασούλα Βερβενιώτη, Θανάσης Βογιατζής, Νίκος Στουρνάρας, Δημήτρης Κωνσταντάρας-Σταθαράς, Δημήτρης Παντελοδήμος, Μαρία Κοσκινά.

 

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΜΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

  ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΜΑΝΟΠΟΥΛΟΣ                   Αξιωματικός του “Κατσώνη”, αιχμάλωτος σε ναζιστικά στρατόπεδα      Κείμενο : Κατερίνα Κ...